προσαγορεύομαι

προσαγορεύομαι
προσαγορεύω
address
pres ind mp 1st sg
προσαγορεύω
address
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • προσακούω — Α 1. ακούω κάτι επιπροσθέτως 2. (με σημ. παθ.) καλούμαι, προσαγορεύομαι («ἐπαινέσας προσακούω εἴρων», Ιώσ.) …   Dictionary of Greek

  • συμπροσαγορεύομαι — Μ [προσαγορεύω] προσαγορεύομαι κι εγώ με τον ίδιο τίτλο που προσαγορεύεται και κάποιος άλλος …   Dictionary of Greek

  • χρηματίζω — ΝΜΑ, και σε επιγρ. χρησματίζω Α [χρῆμα, χρήματος] μέσ. χρηματίζομαι κερδίζω χρήματα με αθέμιτα μέσα νεοελλ. ασκώ μια ιδιωτική ή δημόσια υπηρεσία, διατελώ («έχει χρηματίσει δήμαρχος») μσν. 1. καλώ, ονομάζω 2. (μτβ. και αμτβ.) α) υπολογίζω ή… …   Dictionary of Greek

  • προσαγορεύω — προσαγορεύω, προσαγόρευσα βλ. πίν. 19 Σημειώσεις: προσαγορεύω : σπάνια η παθητική φωνή (προσαγορεύομαι, βλ. πίν. 20 ) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”